Παρασκευή

H σιωπή δεν είναι πάντοτε χρυσός...

Δεν γνωρίζω την Κωνσταντίνα! Καλά, καλά δεν γνωρίζω ούτε την Χριστίνα! Αλλά διαβάζοντας το σχόλιο της και επισκεπτόμενη το blog της αισθάνθηκα την ανάγκη να αναδημοσιεύσω το άρθρο της Λένας Διβάνη που ακολουθεί...


15/06/2010 της Λένας Διβάνη

Πριν κάποιους μήνες πήγα στις γυναικείες φυλακές στον Ελαιώνα της Θήβας- ναι, καλά θυμόσαστε: αυτές που είχαν «καεί» από τις κρατούμενες όταν βρέθηκε νεκρή μια συγκρατούμενή τους που σήκωσε κεφάλι διαμαρτυρόμενη για τον απάνθρωπο τρόπο που έψαχναν μέσα στα γεννητικά τους όργανα για ναρκωτικά. Στις φυλακές αυτές βρέθηκαν μερικοί αγαπητικοί άνθρωποι όπως ο Κλήμης που ξεκίνησε μια λέσχη ανάγνωσης στο πλαίσιο του σχολείου δεύτερης ευκαιρίας που λειτουργεί μέσα στις φυλακές. Με κάλεσαν και πήγα. Ήταν η καλύτερη απόφαση που έχω πάρει στη ζωή μου. Μπήκα σε μια λαγότρυπα που μου άνοιξε ένα διάδρομο προς την σκοτεινή πλευρά της ζωής (που μοιάζει τρομακτικά με τη λεγόμενη φωτεινή, αλλά ανάποδα). Βρέθηκα σε ένα μακρύ τραπέζι περιτριγυρισμένη από πλάσματα ενός παράλληλου σύμπαντος όπου δε ρωτάς ποτέ γιατί και πως κατέληξαν εκεί. Η μοίρα τις σημάδεψε σα μοσχάρια στο κούτελο κι αυτό φτάνει. Άλλες είχαν κρατήσει τα σουσούμια της καθημερινότητας. Άλλες ήταν αιχμηρές σαν εκείνο το μαχαίρι του Καββαδία. Άλλες μωρά, εικοσάχρονα καταδικασμένα ισόβια, ΙΣΟΒΙΑ! Άλλες με δικά τους μωρά που γεννήθηκαν και μεγαλώνουν μέσα στη φυλακή σαν κάτι φυτά σε ανήλιαγα μπαλκονάκια στα Πατήσια.
Άρχισαν κοιτάζοντάς με με μισό μάτι (τι θέλει αυτή τώρα; Να πουλήσει μούρη; Να πουλήσει βιβλία; Να πουλήσει λίγη φτηνή συμπόνια; Έχουν πήξει από φτηνή συμπόνια, δεν θέλουν άλλη). Μετά από δυο ώρες είχαμε πάρει όλες φωτιά. Οι λάμες στόμωσαν, τα μάτια μίλησαν πιο εύγλωττα από τα στόματα και αποφάνθηκαν. Είχαμε συνδεθεί κατά ένα τρόπο, αμετάκλητα. Δεν έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο αλλά βρίσκουν τρόπο: Μου στέλνουν γραπτά, μου στέλνουν χαιρετίσματα, μου στέλνουν χαμόγελα. Τους στέλνω λίγο καθαρό αέρα απ' έξω. Τους στέλνω ευχαριστίες που με πήραν απ΄ το χέρι και με πήγαν μια βόλτα στα βαθιά. Τους στέλνω φράσεις. Δεν έχω άλλο όπλο.
Πριν από λίγες μέρες ήρθε στο γραφείο μου μια κοπέλα. Μου συστήθηκε (ήταν αδερφή κρατούμενης) και μου έδωσε ένα φάκελο. Έγραφε: Δεν ξέρω αν με θυμάσαι αλλά εγώ κρατώ στα χέρια μου το αποτύπωμά σου. Τη θυμόμουν, φυσικά τη θυμόμουν. Η κρατούμενη Γωγώ Παπαργυρίου 39 ετών, έγκλειστη 6 ετών, μια από τις γλυκύτερες φάτσες εκείνης της μάζωξης γύρω απ΄το τραπέζι. Κάντε κάτι, μου είπε η αδερφή της. Διαβάστε και κάντε κάτι, σας παρακαλεί. Όταν έφυγαν οι φοιτητές μου άνοιξα το γράμμα. Ήταν παχύ, πάνω από είκοσι σελίδες. Βροχή από λέξεις. Στη φυλακή έχεις χρόνο, ξέρετε πόσο φονικό είναι αυτό, οι διακοπές έχουν σκοτώσει πολύ κόσμο, φανταστείτε τα ισόβια. Άρχισα να διαβάζω περιμένοντας κάποιο δικό της αίτημα (ένα βιβλίο, μια εφημερίδα, ποιος ξέρει έλεγα, θα μπορώ να το βρω;) αλλά όχι. Ζητούσε βοήθεια για τη συγκρατούμενη της Κωνσταντίνα Σχίζα. «Έγκλειστη συνεχώς και χωρίς άδεια εξόδου επί 7,5 χρόνια», λέει. «Από τη πρώτη μέρα μου φώτισε τη ζωή», λέει η Γωγώ.
«Ευφυέστατη, πολυσπουδαγμένη, με αδαμάντινο χαρακτήρα (υπογραμμισμένο το αδαμάντινο, για να ξέρετε). Είναι αθώα», λέει. «Είχε δύο εταιρείες διαχείρισης κεφαλαίων και 15 καταστήματα σε όλη την Ελλάδα. Μόνο αυτή καταδικάστηκε! Κανένας οικονομικός διευθυντής δεν είναι μέσα –ούτε ο αρμόδιος διαχείρισης κεφαλαίων. Η Κωνσταντίνα ζητούσε λυσσασμένα να ανοίξουν οι λογαριασμοί των υπαλλήλων της και οι δικοί της, να βρουν τη πορεία του χρήματος. Δεν έγινε καμιά έρευνα. Πήρε 17 καταδίκες σε μια μέρα, δεν πήρε ποτέ άδεια και τώρα που ετοιμάζεται να βγει, 17 νέες διώξεις ετοιμάζονται. Απελπίστηκε», λέει η Γωγώ. Κάποιος τη θέλει μέσα. Κάποιος ισχυρός τη θέλει ακυρωμένη. Η Κωνσταντίνα αγωνίστηκε σκληρά για το δίκιο της αλλά δεν μπορεί άλλο. Τις χαιρέτησε και σταμάτησε να τρώει. Δεν είναι απεργία πείνας, λέει η Γωγώ. Απλώς σταμάτησε να τρώει. Θα πεθάνει αλλά θα στείλει ένα σινιάλο στους ανθρώπους ότι δεν παρέδωσε την αξιοπρέπειά της. «Επιτέλους λευτερώθηκα κορίτσια», είπε. Είναι πάνω από 30 μέρες τώρα που δεν παίρνει τροφή. «Κάνε κάτι», παρακάλεσε η Γωγώ, «θα πεθάνει. Μην το κάνεις για μένα. Κάντο για σένα.»
Για μένα το κάνω Γωγώ. Μόνο που είναι λίγο. Λέξεις, λέξεις, κι άλλες λέξεις. Κι εγώ που τις νόμιζα πανίσχυρες τρώω κάθε τόσο μια χαστούκα απ΄την πραγματικότητα και προσγειώνομαι. Όχι δεν είναι πανίσχυρες. Αυτοί είναι. Και η Κωνσταντίνα αυτή τη στιγμή!

ΥΓ Δεν ξέρω αν η Κωνσταντίνα είναι ένοχη για όσα την κατηγορούν. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει αν δεν διαβάσει ολόκληρη τη δικογραφία της. Είναι αδύνατον όμως να μην ανοίξω το μπουκάλι με το γράμμα άμα φτάσει στην ακτή μου...


ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Μετά από τα παραπάνω τούτο μόνο έχω να πω: